Η Ελλάδα έχει το ρεκόρ δημόσιας δαπάνης στα κράτη – μέλη. Πολύ υψηλά τα εισοδήματα των συνταξιούχων. Πάνω από την Γερμανία το ποσοστό αναπλήρωσης.

Την εικόνα ενός υπερβολικά γενναιόδωρου συνταξιοδοτικού συστήματος στην Ελλάδα, που «γονατίζει» τον κρατικό προϋπολογισμό, σκιαγραφεί η νεότερη έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης για τις συντάξεις (Οι συντάξεις με μια ματιά 2017 – Pencions at a glance 2017).

Πρέπει να σημειωθεί ότι η έκθεση βασίζεται σε παλαιότερα στοιχεία, όπως αυτά είχαν διαμορφωθεί πριν τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση Κατρούγκαλου και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι νέες περικοπές που έχουν συμφωνηθεί να τεθούν σε εφαρμογή το 2019.

Όμως, τα στοιχεία του ΟΟΣΑ φαίνεται να δικαιώνουν τις εκτιμήσεις του Πόουλ Τόμσεν, στις οποίες βασίσθηκαν οι προτάσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για νέες περικοπές. Και δυσκολεύουν, εκ των πραγμάτων, την προσπάθεια της κυβέρνησης να διαπραγματευθεί αναστολή των μειώσεων του 2019, την οποία άλλωστε απέκλεισε κορυφαίο στέλεχος της Κομισιόν, πριν από λίγες ημέρες.

Σύμφωνα με την έκθεση, που διανεμήθηκε σήμερα από τον ΟΟΣΑ στους δημοσιογράφους, «η Ελλάδα είχε τη μεγαλύτερη δαπάνη κατ’ αναλογία προς το ΑΕΠ από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ, βάσει στοιχείων του 2013: 17,4% του ΑΕΠ».

Η Ελλάδα δεν είναι, βεβαίως, η μόνη χώρα της ηπειρωτικής Ευρώπης με μεγάλη δημόσια δαπάνη για συντάξεις. Πολύ κοντά βρίσκεται η Ιταλία (16,3%), ενώ λίγο χαμηλότερες είναι οι δαπάνες στην Αυστρία, την Γαλλία και την Πορτογαλία, όπου κυμαίνονται μεταξύ 13% και 14% του ΑΕΠ.
Ενδιαφέρουσα είναι η σύγκριση με την Γερμανία, που δείχνει καθαρά ότι η διόγκωση της δαπάνης, ως ποσοστού του ΑΕΠ, είναι αποτέλεσμα πρωτίστως της ύφεσης στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια.

Ελλάδα και Γερμανία έχουν το ίδιο ακριβώς σημείο εκκίνησης της δαπάνης (9,5% του ΑΕΠ, το 1990), βρίσκονται πολύ κοντά το 2005 (11,1% στην Γερμανία, 11,4% στην Ελλάδα), αλλά από το 2010 και μετά αρχίζει να καταγράφεται τεράστιο άνοιγμα της ψαλίδας, με αποτέλεσμα το 2013 να εκτιναχθεί η δαπάνη στην Ελλάδα στο 17,4%, ενώ στην Γερμανία έμεινε στο 10,1%.

Έτσι, την περίοδο 1990 – 2013, η συνταξιοδοτική δαπάνη στην Γερμανία μειώθηκε κατά 6,5%, ενώ στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 67,6%, δίνοντας επιχειρήματα στους Γερμανούς πολιτικούς, που σταθερά υποστηρίζουν τη μείωση των παροχών του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος.

Τα στοιχεία του ΟΟΣΑ δείχνουν, επίσης, ότι οι Έλληνες συνταξιούχοι έχουν από τα καλύτερα επίπεδα εισοδήματος με σχετικούς όρους, δηλαδή σε σχέση με το κατά κεφαλήν εισόδημα της χώρας, το οποίο τα τελευταία χρόνια μειώθηκε δραματικά στην Ελλάδα από την ύφεση.

Κατά μέσο όρο, στις χώρες του ΟΟΣΑ τα εισοδήματα των συνταξιούχων από όλες τις πηγές αντιστοιχούν στο 88% του εισοδήματος του συνολικού πληθυσμού. Σε Γαλλία, Ισραήλ και Λουξεμβούργο καταγράφονται τα υψηλότερα ποσοστά, σημειώνει ο ΟΟΣΑ, ενώ η Ελλάδα είναι στη δεύτερη ομάδα χωρών (μαζί με Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία και Χιλή), όπου το ποσοστό ξεπερνά το 95%.

Ειδικά στην Ελλάδα, οι συνταξιούχοι εμφανίζονται να αντλούν σχεδόν το 80% του εισοδήματός τους από συντάξεις και άλλες δημόσιες παροχές και το εισόδημά τους να φθάνει στο 97% του κατά κεφαλήν εθνικού εισοδήματος. Μάλιστα, στις ηλικίες 66-75 ετών οι συνταξιούχοι έχουν μεγαλύτερο εισόδημα από το γενικό πληθυσμό (103%).

Στη σύγκριση αυτή, η Ελλάδα φαίνεται να βρίσκεται σε καλύτερη θέση από την Γερμανία, όπου οι συνταξιούχοι έχουν κατά μέσο όρο εισόδημα που αντιστοιχεί στο 88,5% του εισοδήματος του γενικού πληθυσμού.

Τέλος, στα ποσοστά αναπλήρωσης αποδοχών (αποδοχές κατά τη συνταξιοδότηση σε σχέση με τον τελευταίο μισθό), η Ελλάδα βρίσκεται πάνω από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ, με ποσοστό αναπλήρωσης 53,7% κατά το χρόνο συνταξιοδότησης, που ήταν (το 2013) τα 62 έτη. Αντίστοιχα, στην Γερμανία το ποσοστό αναπλήρωσης ήταν μόλις 38,2%, με ηλικία συνταξιοδότησης τα 65 έτη.

Πηγή: sofokleousin.gr