Περισσότερα από όλους τους άλλους Ευρωπαίους πληρώνουν οι Έλληνες καταναλωτές κάθε χρόνο για να αγοράσουν ιδιωτικές υπηρεσίες υγείας – όχι όμως ασφαλιστικά προγράμματα. Τραγικό και οξύμωρο που καταδεικνύει πρώτον, την άγνοια των πολιτών για το κόστος και την αξία της ιδιωτικής ασφάλισης και δεύτερον την επιμονή της Πολιτείας, τη στιγμή που η δημόσια υγεία καταρρέει, να αγνοεί τα οφέλη από μια σύμπραξη με τον ιδιωτικό τομέα.
της Βάσως Βεγίρη
Oφέλη για τους πολίτες, οφέλη για το κράτος και φυσικά οφέλη και για την ασφαλιστική αγορά, θα επέφερε η παροχή κινήτρων από την Πολιτεία για την αγορά ασφαλιστικών προγραμμάτων Υγείας. Αυτή τη στιγμή η εν λόγω δαπάνη στη χώρα μας ανέρχεται σε 15 δισεκ. ευρώ ετησίως. Ποιό είναι όμως το«value for money» για όλο αυτό το ποσό, αναρωτιέται, μιλώντας στο Underwriter.gr, ο αναπληρωτής κοσμήτορας της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ), Νίκος Μανιαδάκης.
Σε ομιλία που πραγματοποίησε πρόσφατα ο κ.Μανιαδάκης στο Ασφαλιστικό Συνέδριο της εφημερίδας «Ναυτεμπορική», επικαλούμενος μια σειρά από στοιχεία του ΟΟΣΑ υποστήριξε πως από τα 15 δισεκατ.ευρώ, στα οποία ανέρχεται η δαπάνη για τις υπηρεσίες Υγείας στη χώρα μας ετησίως, θα πρέπει να εξεταστεί ποιό είναι το «value for money» και πως μέσα από μια αποτελεσματική σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα μπορούν να υπάρξουν οφέλη για τον πολίτη. Και η συζήτηση αυτή, μάλιστα, κατά τον καθηγητή, πρέπει να έχει μια δυναμική.
Μιλώντας στο «underwriter.gr» o κ.Μανιαδάκης ξεδιπλώνει τις σκέψεις και τα εν λόγω στοιχεία, καταλήγοντας σε άκρως ενδιαφέρουσες και «win-win» για κάθε εμπλεκόμενη πλευρά προτάσεις:
Το 2009, όπως μας επισημαίνει, είχαμε φτάσει στην Ελλάδα να δαπανούμε για την Υγεία μας23 δισεκατ.ευρώ, από τα οποία τα 5,5 δισεκατ.ευρώ αφορούσαν ιδιωτική δαπάνη. Το νούμερο αυτό μας κατέτασσε στις υψηλότερες θέσεις αναφορικά με το ποσοστό του ΑΕΠ (9,5%). Με άλλα λόγια ο τομέας της Υγείας ήταν πολύ μεγαλύτερος σε μέγεθος από ό,τι η Άμυνα και η Εκπαίδευση μαζί.
Τα χρόνια της κρίσης έγινε μια πολύ μεγάληαποεπένδυση από το σύστημα υγείας και η υγειονομική δαπάνη είναι πλέον ετησίως κοντά στα 15 δισεκατ., αλλά το οξύμωρο της υπόθεσης είναι ότι από αυτή τη δαπάνη όλη η εξοικονόμηση αφορά το δημόσιο τομέα.Δηλαδή το δημόσιο μείωσε πάρα πολύ τις δαπάνες του, ενώ οι διωτικές δαπάνες για υπηρεσίες Υγείας παρέμειναν σταθερές, δηλαδή γύρω στα 5 δισεκατ.ευρώ.
Την ίδια κατάσταση καταδεικνύουν και οι έρευνες της στατιστικής αρχής στον προϋπολογισμό των νοικοκυριών και αυτό όπως τονίζει ο κ.Μανιαδάκης είναι ένα ανησυχητικό φαινόμενο, διότι
δηλαδή κυμαινόταν στο 2,5% των νοικοκυριών για τη χώρα μας και τώρα το ποσοστό αυτό έχει μεγαλώσει ακόμη περισσότερο.
Σε όλο αυτό το πλαίσιο λοιπόν, είναι άξιο αναφοράς και άξιον απορίας, κατά τον κ.Μανιαδάκη, το ότι παρά το γεγονός πως οι Ελληνες πληρώνουν αρκετά χρήματα από την τσέπη τους απευθείας, η χώρα μας έχει ένα πάρα πολύ χαμηλό ποσοστό ασφαλιστικής κάλυψης από τον ιδιωτικό τομέα, αυτό δηλαδή που λέμε τρίτος πυλώνας.
Στο πλαίσιο αυτό, προσωπική άποψη και πρόταση του κ.Μανιαδάκη είναι ότι αν το κράτος μπορούσε να δώσει κίνητρα, προκειμένου να μπορέσει ο κόσμος να αγοράσει την ασφάλιση Υγείας, θα μπορούσαν και οι πολίτες να καλυφθούν έναντι του υγειονομικού κινδύνου με πολύ λιγότερα χρήματα και η ασφαλιστική αγορά να αναπτυχθεί και φυσικά να υπάρξει και εξοικονόμηση δημόσιων πόρων.
Στην εύλογη ερώτησή μας τι είδους κίνητρα θα μπορούσε να είναι αυτά, η απάντηση-πρόταση του κ.Μανιαδάκη είναι σαφής και ελπιδοφόρα: «Σε πολλές χώρες παρέχονταιφοροαπαλλαγές όταν οι πολίτες αγοράζουν ασφαλιστικά συμβόλαια, υπάρχουν απαλλαγές: λ.χ. όταν έρθει ο κίνδυνος και δεν χρησιμοποιήσει κάποιος τη δημόσιά του ασφάλιση, αλλά χρησιμοποιήσει την ιδιωτική, του δίνουν κάποιο είδος bonus. Εμείς εξακολουθούμε ωστόσο να έχουμε ένα πολύ χαμηλό ποσοστό ιδιωτικής ασφάλισης Υγείας, σε αντίθεση με τους ξένους, που αγοράζουν ασφάλιση όχι μόνο για περίπτωση νοσηλείας, αλλά ακόμη και για τη συμμετοχή στη φαρμακευτική δαπάνη».
Η εφαρμογή της, ωστόσο, προϋποθέτει φυσικά την απαραίτητη πολιτική βούληση αλλά και γνώση, που το “underwriter.gr” ευελπιστεί να επιτευχθεί στο ορατό μέλλον.
Πηγή: underwriter.gr